H συνύφανση των κρίσεων –οικονομικής, πανδημικής, τώρα πολεμικής– ασκεί ισχυρές πιέσεις πάνω στον δημόσιο χώρο και καθιστά εμφανώς δύσκολη την παραγωγή συλλογικού λόγου. Ήδη κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας επιμείναμε στην άποψη ότι χωρίς χώρους συζήτησης που να διαρκούν και να συνεχίζονται, είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς να σπάσει το κλείσιμο του δημόσιου χώρου, που έχει εξολοκλήρου αντιδραστικό πρόσημο. Αν τώρα –όπως έχουμε ήδη γράψει– είναι απολύτως απαραίτητο να προσπαθήσουμε να ανασυστήσουμε ένα ευρύ κίνημα γνώμης (τη «δεύτερη παγκόσμια δύναμη» που δοκίμασε να εμποδίσει τον πόλεμο στο Ιράκ), είναι επίσης αλήθεια ότι η σαφώς αποδεκτή παρουσία διιστάμενων απόψεων, ικανών να αποσπασθούν από τη στρατιωτικοποίηση της ενημέρωσης, δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη δημιουργία μιας κοινής γλώσσας. Είναι άριστο σημάδι ότι αρχίζουν να διοργανώνονται όχι μόνο διαδηλώσεις, αλλά και συνελεύσεις και ανοιχτές συζητήσεις για την ειρήνη: ως κολεκτίβα Euronomade, συμμετέχουμε όπου είναι δυνατό και εργαζόμαστε για τη διάχυσή τους. Σε αυτή την κατεύθυνση, προσπαθούμε να αναφέρουμε κάποια σημεία, τα οποία, χωρίς να έχουν καθόλου απαίτηση να κλείσουν τη συζήτηση, μπορούν να βοηθήσουν στη δημιουργία μιας κοινής προοπτικής.

1. Ένας παγκόσμιος πόλεμος. Πολλές ερμηνείες επιμένουν να βλέπουν στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το οριστικό σημάδι του τέλους της παγκοσμιοποίησης: Ο κόσμος είναι θρύψαλα και, επομένως, υποτίθεται ότι δεν υπάρχει πια κανένα παγκόσμιο επίπεδο. Εμείς νομίζουμε ότι αυτή η ανάγνωση (η οποία έχει επηρεαστεί και από μια δεκαετία νεολαϊκιστικών και νεοκυριαρχικών ερμηνειών) είναι ένα θεωρητικό λάθος, και, πάνω απ’ όλα, είναι σύμπτωμα μιας πολιτικής αδυναμίας. Αυτός ο δραματικός πόλεμος που διεξάγεται είναι ένας ευρωπαϊκός πόλεμος, κατανοητός μόνο αν είμαστε ικανοί να τον προβάλλουμε σε παγκόσμια κλίμακα. Η ανασύσταση μιας υπερεθνικής τάξης, μετά την κρίση της αμερικανικής ηγεμονίας, είναι ακριβώς το στοίχημα αυτού του πολέμου. Τώρα αυτό έχει πολύ λίγα χαρακτηριστικά παγκόσμιας τάξης, αλλά οι σχηματισμοί που διεκδικούν την ηγεμονία έχουν ελάχιστη σχέση με την επιστροφή στα εθνικά κράτη: ο υπερεθνικός χώρος αναδιαρθρώνεται γύρω από μπλοκ μεγάλων διαστάσεων: ΗΠΑ και Κίνα, προφανώς, στην πρώτη γραμμή. Ένα στοίχημα (όχι το μοναδικό) αυτού του πολέμου είναι σε κάθε περίπτωση η Ευρώπη. Η πολιτική δυνατότητα ενός ρόλου της, και πρώτα απ’ όλα η πολιτική της μορφή, αυτό που εκείνη εκπροσωπεί και υπήρξε ιστορικά σε θέση να οικοδομήσει, το κοινωνικό της μοντέλο, θα αποφασιστούν από αυτόν τον πόλεμο. Αλλά μόνο κοιτάζοντας την Ευρώπη «από έξω», κοιτάζοντάς την έξω από κάθε ευρωκεντρισμό, είναι δυνατό σήμερα να αναστοχαστούμε τον ευρωπαϊκό χώρο ως χώρο ειρήνης, αποστρατιωτικοποιημένο και ανεξάρτητο από τις μεγάλες εθνικές δυνάμεις που αυτή τη στιγμή είναι αντιμέτωπες στην παγκόσμια σκακιέρα. Και άμεσα, μόνο προσλαμβάνοντας μια παγκόσμια οπτική, είναι δυνατό να κατανοήσουμε πώς να δράσουμε για να σταματήσουμε τον πόλεμο. Για μια πολιτική ειρήνης της Ευρώπης ενάντια στον πόλεμο – και άρα ενάντια στην προοπτική ενός άλματος προς τα εμπρός της ολοκλήρωσης γύρω από τον επανεξοπλισμό και τη δημιουργία μιας «κοινής ευρωπαϊκής άμυνας» υπό το ΝΑΤΟ.

2. Πολεμικός κεϊνσιανισμός και επανεξοπλισμός. Ενώ η διεθνής αταξία προσπαθεί να αναδιαρθρωθεί γύρω από τα μεγάλα μπλοκ, το κεφάλαιο περνά τις επαναλαμβανόμενες κρίσεις του θέτοντας υπό την υπηρεσία του τους διοικητικούς και κρατικούς μηχανισμούς. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός και ο πολιτικός συγκεντρωτισμός δοκιμάζουν νέες συνδέσεις, υπό το πρόσημο ενός νέου πολιτικού καπιταλισμού, για να χρησιμοποιήσουμε μια έκφραση που κυκλοφορεί όλο και συχνότερα. Τώρα όμως μπορούμε να προχωρήσουμε στην ανάλυση: αυτός ο πολιτικός καπιταλισμός εμφανίζεται με το πρόσωπο μιας νέας έκδοσης του πολεμικού κεϊνσιανισμού: χρήση του πολέμου εκ μέρους των κυβερνήσεων ως ευκαιρία για να αναζωογονήσουν τις εθνικές οικονομίες που υπέφεραν πολύ αρχικά από το μακρύ κύμα της οικονομικής κρίσης του 2008-09 και μετά από το απότομο οικονομικό φρενάρισμα που επέβαλε η πανδημία το 2020-21. Σε αυτό το μέτωπο, προετοιμάζονται οι άγριες υποτροπές στο στρατιωτικό, φορολογικό, μισθολογικό και οικολογικό επίπεδο. Στο στρατιωτικό και φορολογικό επίπεδο: οι δαπάνες για τον επανεξοπλισμό επιβαρύνουν ήδη πολύ όλους τους προϋπολογισμούς, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού (στην Ιταλία, το Κοινοβούλιο ψηφίζει περίπου ομόφωνα να προορίσει το 2% του προϋπολογισμού σε στρατιωτικές δαπάνες). Στο μισθολογικό επίπεδο: στον όλο και δυσκολότερο έλεγχο του πληθωρισμού απαντά με το πάγωμα των μισθών, την περαιτέρω αύξηση της επισφάλειας και με μια ακόμη μεγαλύτερη πειθάρχηση της εργατικής δύναμης. Στο οικολογικό μέτωπο, η ιταλική κυβέρνηση είναι ήδη στην πρώτη γραμμή για να σταματήσει την απαλλαγή από ανθρακούχες εκπομπές: ενεργειακή μετάβαση και “green new deal”, που μέχρι πριν από μερικές εβδομάδες ήταν βασικά σημεία της ίδιας της καπιταλιστικής ατζέντας, μοιάζουν να εμποδίζονται από τον πόλεμο. Πρέπει να στοιχηματίσουμε πολιτικά στο γεγονός ότι στο μέτωπο του πολεμικού κεϊνσιανισμού, είναι πιθανό να διαλυθεί αυτή τη φορά κάθε προσπάθεια να στρατολογηθούν οι άνθρωποι στον παγκόσμιο πόλεμο, να παραχθεί συναίνεση και «επεμβατική» και «φιλοπόλεμη» γνώμη. Τα συνθήματα υπέρ των πολέμων που φέρνουν την ελευθερία αποδεικνύονται συνθήματα υπέρ της εξαθλίωσης. Αγώνας για αφοπλισμό, κοινωνικός συνδικαλισμός και οικολογική κινητοποίηση ενάντια στον πολεμικό κεϊνσιανισμό.

3. Να σαμποτάρουμε τον πόλεμο των ταυτοτήτων και τον εθνικισμό. Η διάσταση των ταυτοτήτων είναι συστατικό στοιχείο αυτού του πολέμου. Ο Πούτιν υπήρξε το «όνομα» της πιο φαρμακερής ταυτοτικής αντίδρασης: το λάβαρο όλων των «πολέμων» ενάντια σε κάθε φεμινισμό και ενάντια στα κινήματα ΛΟΑΤΚΙ, κατ’ αρχάς. Αυτό το οποίο κινδυνεύουμε να παρακολουθήσουμε είναι ότι η Δύση –ως ανανεωμένο ενωμένο μπλοκ– θα αρθρωθεί όχι αγωνιζόμενο ενάντια σε αυτή τη σάπια ταυτοτική και εθνοτική-εθνικιστική αντίδραση, αλλά προσλαμβάνοντας την ταυτοτική επιστροφή, την πιο συντηρητική εκδοχή που παγώνει τις πολιτικές ταυτότητας, ως δικό της σχέδιο: πατρίδα, λαός, έθνος καλύπτουν όλο το πεδίο της δύσης (στο εσωτερικό του οποίου, κατά τα άλλα, λάμπουν ήδη εδώ και καιρό οι «πρωταθλητές» του κράτους δικαίου της ομάδας Βίζενγκραντ, που αποκτούν έτσι μεγαλύτερη νομιμοποίηση). Στην πατριαρχία του Πούτιν, απαντούν κηρύσσοντας την επιστροφή στις «σοβαρές» αξίες του δυτικού λευκού και «πολεμιστή» άνδρα ως ψυχή της Δύσης, σε ένα δραματικό κατοπτρικό παιχνίδι. Η λιποταξία από τον πόλεμο σημαίνει λιποταξία από αυτή τη νέα «σύγκρουση πολιτισμών» σε όλες τις μορφές της: λιποταξία από τη νέο-ταυτοτική και εθνικιστική στρατολόγηση, που διατέμνει κάθετα τα «μπλοκ», για να επανεξοπλιστεί η κοινωνική σύγκρουση, για να ενεργοποιείται συνεχώς το σημείο τομής της φυλής, του φύλου και της τάξης ως μηχανή των διαφορών ενάντια στον εθνικισμό, την πατριαρχία και τον πολεμικό ταυτοτισμόΔικαίωμα διαφυγής. Για όλ@, χωρίς διαχωρισμούς. Το θανατηφόρο μείγμα της εθνικιστικής και σεξιστικής ρητορικής που μας παρασύρει ψέλνει τον ύμνο του για τους γενναίους άνδρες «που μένουν να πολεμήσουν», και συμπιέζει τις γυναίκες και τα παιδιά που διαφεύγουν πάνω σε μια διάσταση θυματοποίησης. Πρέπει να το επαναλάβουμε: η φυγή είναι πάντα δήλωση ενάντια στον πόλεμο, ενάντια στο φορτίο θανάτου, καταστροφής, εξαθλίωσης, ενάντια στην πολιτική ισχύος των κρατών και των μπλοκ. Η αλληλεγγύη είναι ενεργή πολιτική ενάντια στον πόλεμο, για να επιβεβαιωθεί το δικαίωμα όλων να διαφύγουν. Τώρα πρέπει να ταχθούμε ενεργά ενάντια στην ανοιχτά εθνικιστική, ρατσιστική και επιλεκτική διαχείριση των πολιτικών για τις προσφύγισσες και τους πρόσφυγες, που αδρανοποιεί την έκταση της χορήγησης άδειας προσωρινής παραμονής. Δικαίωμα στη διαφυγή και στην υποδοχή χωρίς διακρίσεις, και αγώνας εν τέλει για την ελευθερία διάσχισης των συνόρων: οι διακρίσεις ενάντια στους αφρικανούς φοιτητές που διέφευγαν από την Ουκρανία είναι συνέχεια μιας μακράς ευρωπαϊκής ιστορίας βίας ενάντια στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, η οποία, ακριβώς στα σύνορα της Πολωνίας και της Λευκορωσίας είδε τους περασμένους μήνες μερικές από τις πιο ντροπιαστικές εκδηλώσεις της. Η αλληλεγγύη με όποιον διαφεύγει από την Ουκρανία πρέπει να συνδυαστεί με το τέλος του συστήματος του Δουβλίνου και με τη διεκδίκηση του ανοίγματος των συνόρων. Η λιποταξία, ο αφοπλισμός, η διάσχιση των συνόρων, η ισότητα και η ελευθερία για όλ@ χαρακτηρίζουν την Ευρώπη υπέρ της ειρήνης: ενάντια σε όποιον μιλάει για την Ευρώπη με όρους συμπληρώματος της Δύσης και του ΝΑΤΟ, για «ευρωστρατό», ή για (υποταγμένο) σύμμαχο των ΗΠΑ σε μια πολιτική επανεξοπλισμού και επιστροφής στον πόλεμο.

4. Μια διεθνιστική πρακτική. Από πολλές μεριές γίνεται έκκληση ενός νέου Τσίμερβαλντ, με αναφορά στη διεθνή σοσιαλιστική διάσκεψη του 1915 ενάντια στον παγκόσμιο πόλεμο. Η επίκληση αυτή μας αρέσει: κραυγάζουμε ευχαρίστως ενάντια σε όλους τους οπορτουνισμούς των κυβερνήσεών μας και των «μπλοκ» μας (που αυτή τη στιγμή είναι εντελώς υποθετικά, «μπλοκ» εξουσίας, χωρίς ίχνος αξιόπιστης ηγεμονίας…) απαιτώντας άμεση ειρήνη «χωρίς αποζημιώσεις και προσαρτήσεις». Γνωρίζουμε όμως ότι ένας διεθνισμός σήμερα πρέπει πρώτα απ’ όλα να οικοδομηθεί: τα κινήματα έχουν λίγες (αλλά όχι ανύπαρκτες!) διεθνείς σχέσεις, και έρχονται από χρόνια πισωγυρίσματος μέσα στα εθνικά σύνορα (ήταν εύκολο να προβλεφθεί πόσο αυτό θα αποδεικνυόταν ολέθριο, κι ύστερα σου λένε «αριστερός λαϊκισμός»….). Αυτό όμως δεν μας κάνει να υποχωρήσουμε: θεωρούμε ότι είναι αναγκαίο, ξεκινώντας από το υπάρχον, να δουλέψουμε για τη σύγκληση μιας ευρωπαϊκής συνέλευσης. Με τη φιλοδοξία να πάμε πέρα από την αλληλεγγύη και να παραγάγουμε μια κοινή γλώσσα των κινημάτων και των κινητοποιήσεων, ενάντια στη διαίρεση που το νέο «μοίρασμα του κόσμου» από τις μεγάλες δυνάμεις θα ήθελε να επιβάλλει. Αφοπλισμός της λογικής των ισχυρών, ενεργοποίηση υπερεθνικών συνελεύσεων, για να εξοπλίσουμε ένα νέο διεθνισμό των κινημάτων, με μια ευρωπαϊκή διάσταση η οποία, ενάντια στη λογική των ισχυρών, θα ενεργοποιήσει ένα διάλογο όπου τα κινήματα που αγωνίζονται για την ειρήνη θα ακούσουν το ένα το άλλο, ενάντια στην εθνοτική-εθνικιστική κατάντια τόσο στα ανατολικά όσο και στα δυτικά: προς το παρόν αυτός ο διεθνισμός είναι (δραματικά) δύσκολος. Όμως, ενάντια στον πόλεμο των «καθεστηκυίων» δυνάμεων, είναι ανάγκη να καλλιεργήσουμε μια φιλόδοξη ιδέα της δημιουργίας μιας διαρκούς συνέλευσης για την ειρήνη.

Download this article as an e-book